Ετικέτες

, ,

Μετά από παράκλησή μας ο Μαθηματικός κ. Αλέκος Μαρκόγλου, τέως Διευθυντής του «Ιπποκρατείου» Λυκείου Κω, συγγραφέας – ιστορικός, μας παραχώρησε το κείμενο της ομιλίας του στην εκδήλωση για τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών που πραγματοποιήθηκε το μεσημέρι της 30ης Ιανουαρίου στην Πνευματική Εστία της Ιεράς Μητροπόλεως Κώου και Νισύρου.

Το παραθέτουμε αυτούσιο ευχαριστώντας τον κ. Μαρκόγλου για την παραχώρηση.

DSC_1040

Ο ΡΟΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ

Σεβασμιώτατε,

Σεβαστοί Πατέρες,

Κύριε Δήμαρχε και Κύριε Πρόεδρε του Δημοτικού Συμβουλίου,

Κύριοι Δημοτικοί Σύμβουλοι,

Κύριε εκπρόσωπε του Ιπποκρατείου Ιδρύματος,

Κύριοι Δ/ντες και Κυρίες Δ/ντριες των Σχολείων Α/θμιας και Δ/θμιας Εκπ/σης της νήσου Κω,

Αγαπητοί Συνάδελφοι,

Αγαπητοί Μαθητές,

Αξιότιμοι Κυρίες και Κύριοι,

Εκείνος που επιχειρεί να μιλήσει για τους Τρεις Ιεράρχες ή να σκιαγραφήσει τη ζωή και το έργο τους, βρίσκεται μπροστά σε ανυπέρβλητες δυσκολίες. Όχι για το τι θα πρέπει να πει, αλλά για το τι επιτρέπεται να παραλείψει από μια ζωή τόσο υποδειγματική, μια ενεργητικότητα τόσο πολύπλευρη και μια συγγραφική δραστηριότητα τόσο πλούσια, όχι ενός, αλλά τριών ανδρών που αναδείχτηκαν πρωτοπόροι του πνεύματος και της αρετής. Για τον λόγο αυτό η σημερινή ομιλία μας, ως ταπεινό άρτυμα λόγου ενός εκπαιδευτικού, δεν μπορεί παρά να διακοσμήσει σεμνά τη σεπτή τους μνήμη και να επικεντρωθεί στο Ρόλο και το Σκοπό της Παιδείας κατά τους Τρεις Ιεράρχες. 

Η Εκκλησία μας εορτάζει και τιμά σήμερα τους Τρεις Μεγίστους Ιεράρχες: «τον μέγαν ιεροφάντορα Βασίλειον, τον θείον και θεορρήμονα Γρηγόριον και Ιωάννην τον χρυσούν την γλώτταν», και μας καλεί να «σκιρτήσωμεν αγαλλόμενοι εν τη πανδήμω πανηγύρει των διδασκάλων και καθηγητών της ιστορικής και φιλτάτης ημών νήσου». Η εορτή αυτή έχει ένα ξεχωριστό χαρακτήρα. Δε συνδέεται με ιστορικά γεγονότα και νικηφόρες πολεμικές αναμετρήσεις του Έθνους μας, αλλά με κατακτήσεις του στο χώρο του πνεύματος και της παιδείας. Μνημονεύει και τιμά το καλύτερο δείγμα του πνευματικού θησαυρού που διαθέτει ο Ορθόδοξος Ελληνισμός, όπως αυτό έχει κατοχυρωθεί στη συνείδηση της Εκκλησίας και της Πολιτείας.

Γύρω στον 11 ° αιώνα, στα χρόνια του Αλεξίου Κομνηνού, στην Κωνσταντινούπολη ξέσπασε μεγάλη διαμάχη στους εκκλησιαστικούς και πνευματικούς κύκλους. Άνθρωποι των γραμμάτων και μη, χωρίστηκαν και αλληλοσυγκρούονταν μεταξύ τους για το ποιος Ιεράρχης ήταν ο σπουδαιότερος και ωφέλησε περισσότερο την Εκκλησία. Έφθασαν μάλιστα, στο σημείο να χωριστούν και σε παρατάξεις, στους Βασιλίτες, αυτούς δηλαδή που υποστήριζαν το Μέγα Βασίλειο, στους Γρηγορίτες, αυτούς που τάσσονταν υπέρ του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου και τους Ιωαννίτες, αυτούς που θεωρούσαν τον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο ως τον αξιότερο Ιεράρχη και Πατέρα της Εκκλησίας αντί των άλλων δύο. Οι Βασιλίτες, οι Γρηγορίτες, και οι Ιωαννίτες, δημιούργησαν μεγάλη αναστάτωση στην Κωνσταντινούπολη σε σημείο που διασάλευαν όχι μόνο την Εκκλησιαστική, αλλά και τη δημόσια τάξη. Τη λύση στο πρόβλημα έδωσε ο μητροπολίτης Ευχαΐτων Ιωάννης Μαυρόπους, ο οποίος πρότεινε τον κοινό εορτασμό τους, συνθέτοντας μάλιστα τμήμα της ακολουθίας για τους Τρεις Αγίους της Εκκλησίας. Από τότε, ορίστηκε η 30η Ιανουαρίου ως η ημέρα μνήμης των Τριών Ιεραρχών, αφού ο Ιανουάριος είναι ο μήνας, όπου και οι τρεις εορτάζουν.

Έξι αιώνες αργότερα, το 1826, ο Άγγλος ευγενής Δημήτριος Φρειδερίκος Γκίλφορντ, βαπτισμένος Ορθόδοξος Χριστιανός, ιδρυτής της Ιονίου Ακαδημίας στην Κέρκυρα, του πρώτου ουσιαστικά Ελληνικού Πανεπιστημίου, καθιέρωσε μαζί με τον καθηγητή Κωνσταντίνο Τυπάλδο, τον μετέπειτα ιδρυτή της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, την ημέρα της εορτής των Τριών Ιεραρχών ως ημέρα αφιερωμένη στην Ελληνική Επτανησιακή Παιδεία. Δεκαέξι χρόνια αργότερα, το 1842 η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Αθηνών καθιέρωσε την εορτή των Τριών Ιεραρχών ως ημέρα αφιερωμένη στην Παιδεία και στα Γράμματα και στη συνέχεια η Ελληνική Πολιτεία όρισε η εορτή των τριών αυτών Οικουμενικών Διδασκάλων, να είναι η κατ’ εξοχήν εορτή όλων των Πνευματικών Ιδρυμάτων του Έθνους. Εκδήλωση-αφιέρωμα στη μνήμη των Τριών Αγίων Πατέρων με την καθολική συμμετοχή των εκπαιδευτικών της Κω, οργανώνει από το 2010 η Ιερά Μητρόπολη Κώου και Νισύρου στην αίθουσα της Πνευματικής Εστίας, την οποία εισήγαγε και καθιέρωσε ο εμπνευσμένος και δραστήριος προκαθήμενός της κ. Ναθαναήλ. 

Οι Τρεις Ιεράρχες έζησαν στον 4ο αιώνα, σε μια εποχή με δύσκολα προβλήματα: εκκλησιαστικά, κοινωνικά, εκπαιδευτικά. Η Εκκλησία μετά από αγώνες που κράτησαν τρεις περίπου αιώνες, εξήλθε νικήτρια. Το Διάταγμα των Μεδιολάνων έθεσε τέρμα στους διωγμούς και τα βασανιστήρια των Χριστιανών. Η Εκκλησία όμως είχε να παλέψει τώρα με ιδέες και κακοδοξίες που απειλούσαν να νοθεύσουν το ορθόδοξο δόγμα της. Πρωταγωνιστές σε αυτόν τον αγώνα αναδείχτηκαν οι τρεις μεγάλοι αυτοί Πατέρες, οι οποίοι με τη ζωή και το έργο τους, ξεκαθάρισαν τις χριστιανικές αλήθειες από ψευδολογίες και πλάνες και οργάνωσαν τη ζωή της Εκκλησίας. Η Εκκλησία στις μέρες τους λαμπρύνθηκε, έφτασε σε ύψη πνευματικής καρποφορίας και δίκαια ο αιώνας που έζησαν ονομάστηκε «χρυσός αιώνας της Ορθοδοξίας».

Προσεγγίζοντας κανείς τις θέσεις των Τριών Ιεραρχών στα θέματα παιδείας και αγωγής των νέων, συναντά στα κείμενά τους προβληματισμούς και προτάσεις, όμοιες με τις πλέον προωθημένες θέσεις της σύγχρονης Παιδαγωγικής επιστήμης. Δυστυχώς όμως, ακόμα παραμένουν άγνωστες, όχι απλά στο ευρύ κοινό αλλά και στον εκπαιδευτικό κόσμο.

Η παιδεία τους είναι ένα είδος ποιμαντικής αγωγής. Ο δάσκαλος είναι ποιμένας, κατευθύνει, οδηγεί, μεταδίδει ζωή, όχι μόνο γνώσεις. Έτσι παραδίδει τη σκυτάλη στους μαθητές του. Η παιδεία δεν είναι «στεγνή πολυμάθεια», αλλά κατά τον Βασίλειο, «ανατροφή μετ’ ευλαβείας και μετάληψις αγιότητος».

 Ο Ιωάννης Χρυσόστομος θεωρεί ότι πρωτεύοντα ρόλο στην εκπαιδευτική διαδικασία παίζει η προσωπικότητα του δασκάλου καθώς επίσης και η σχέση του με τους μαθητές. Η σχέση δασκάλου-μαθητή πρέπει να είναι μια σχέση αγάπης και αλληλοσεβασμού. Το να αγαπά ο δάσκαλος το μαθητή και να αγαπιέται από αυτόν, «τὸ φιλεῖν καὶ φιλεῖσθαι», όπως ακριβώς λέει, είναι το στοιχείο εκείνο που βοηθά ουσιαστικά να γίνει αποδοτική η διδασκαλία. Ο καλός δάσκαλος κατά τον Χρυσόστομο εμπνέει, προσελκύει και πείθει. Δεν είναι εγωιστής, ούτε αλαζόνας, δε διακρίνεται για το εξουσιαστικό του ύφος, έχει πνεύμα μαθητείας, δεν περιαυτολογεί. Είναι ταπεινός, έχοντας συναίσθηση των ατελειών και αδυναμιών του. Γνωρίζει καλά «ότι η επιείκεια είναι πιο δυνατή από τη βία».

 Ο παιδαγωγός πρέπει να επιδεικνύει δημοκρατικό πνεύμα και να σέβεται τη γνώμη των μαθητών του. Απέναντί τους να είναι απλός, ειλικρινής, απονήρευτος, άδολος. Να αποφεύγει την ειρωνεία και την υποκρισία. Οι δάσκαλοι κατά τον Άγιο Πατέρα δεν πρέπει να είναι φορτικοί και πιεστικοί, αλλά φιλόστοργοι. Οφείλουν να υπερβάλλουν σε φιλοστοργία τους φυσικούς πατέρες. Ο λόγος του δασκάλου, λέει ο Χρυσόστομος πρέπει να είναι «λόγος ανθρώπου που διδάσκει παρά ελέγχει, που παιδαγωγεί παρά τιμωρεί, που βάζει τάξη παρά που διαπομπεύει, που διορθώνει παρά που επεμβαίνει στη ζωή του μαθητή».

 Τα βασικά στοιχεία της αληθινής παιδείας για τους Τρεις Ιεράρχες είναι: η αγάπη, η ελευθερία και ο σεβασμός του ανθρώπινου προσώπου. Και οι τρεις τονίζουν πως η σχέση παιδαγωγού-μαθητή είναι μια σχέση ελευθερίας και δημιουργίας. Ο διάλογος είναι το καλύτερο μέσο για να επιτευχθεί ο σκοπός της αγωγής. Η εξουσιαστικότητα και ο δογματισμός όχι μόνο δείχνουν έλλειψη αγάπης, αλλά και δε φέρνουν κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Ο εκπαιδευτικός οφείλει πρώτιστα να σέβεται το δώρο της ελευθερίας που χάρισε ο δημιουργός στα παιδιά και να μη φυλακίζει τις ανησυχίες τους, αλλά να ανοίγει ορίζοντες.

 Τα διδάγματα της Παιδαγωγικής που αναφέρονται στην ποσότητα της ύλης και την αφομοίωσή της από τους μαθητές, δεν είναι ασφαλώς καθόλου καινούργια. Αυτό φαίνεται σαφέστατα στα κείμενα του Γρηγορίου, ο οποίος χρησιμοποιώντας εικόνες από την αγροτική ζωή, λέει πως δεν είναι ωφελιμότερη η ραγδαία βροχή από την ήρεμη, γιατί η πρώτη παρασύρει το έδαφος, ενώ η δεύτερη εισχωρεί βαθιά και το κάνει γόνιμο. Η διδασκαλία στην τάξη λέει ο Βασίλειος, πρέπει να γίνεται ευχάριστα, γιατί μόνο τότε η γνώση παραμένει μόνιμη. Για αυτό και τα μαθητικά βιβλία θα πρέπει να είναι σαφή και επαγωγικά. Κατά τον Γρηγόριο το να επιχειρεί κανείς να εκπαιδεύει άλλους προτού ο ίδιος εκπαιδευτεί ικανοποιητικά είναι τολμηρό και ανόητο. Ή να μη διδάσκεις ή να διδάσκεις με το παράδειγμά σου, τονίζει, διαφορετικά ό,τι κτίζεις με το δεξί, το γκρεμίζεις με το αριστερό. Το να φιλοσοφεί κανείς μόνο με τους λόγους, είναι χαρακτηριστικό του υποκριτή και όχι του δασκάλου.

Η παιδεία των Τριών Ιεραρχών δεν είναι απόκοσμη ή φιλόκοσμη, αλλά μια προσπάθεια ορθής γνώσης, θέασης και εκτίμησης του κόσμου. Κινείται στο παρόν μεταμορφώνοντας συνεχώς τον άνθρωπο και προσβλέπει στα έσχατα, όχι σαν μια παθητική αναμονή ενός ιδεατού κόσμου, αλλά ως φυσική κατάληξη και «πλήρωση» της συνεχούς επί γης μεταμόρφωσής του. Δεν είναι σκοταδιστική, δεν κάνει διάκριση μεταξύ υλικών και πνευματικών αγαθών, ανοίγεται σε όλους τους τομείς, όλος ο άνθρωπος και όλη η ζωή γίνεται δεκτή, εφόσον μπορεί να ενταχθεί στην καινή πραγματικότητα του Χριστού, στη νέα λυτρωτική πορεία.

Με απλά λόγια οι Τρεις Ιεράρχες υποστηρίζουν πως η Παιδεία πρέπει να είναι στην υπηρεσία του ανθρώπου και όχι του συστήματος, όπως δυστυχώς έχει καταντήσει στις μέρες μας. Σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο η Παιδεία είναι κατευθυνόμενη, γι’ αυτό και αποτυχημένη. Οι νέοι και οι νέες κατευθύνονται σύμφωνα με τις ανάγκες του συστήματος κάθε χώρας. Το ζητούμενο, δυστυχώς στις μέρες μας δεν είναι να φτιάξουμε ελεύθερους ανθρώπους, με συγκροτημένη προσωπικότητα, υπεύθυνους, έτοιμους να σταθούν κριτικά σε ό,τι αλλοιώνει την ομορφιά της ζωής, αλλά εξαρτήματα για να λειτουργήσει καλά η μηχανή της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Οι περισσότεροι νέοι δεν προχωρούν στις σπουδές τους σε ό,τι αυτοί ονειρεύονταν και επέλεξαν, δε σπουδάζουν για να ξεδιψάσουν τις ψυχές τους, για να ζήσουν, αλλά για να ενταχθούν εκεί που το απαιτούν οι ανάγκες του συστήματος με απώτερο σκοπό να βοηθήσουν στην ανάκαμψη των «δεικτών της παραγωγικότητας». Η παιδεία όμως δεν πρέπει να υποτάσσεται ούτε στην παραγωγικότητα, ούτε στις όποιες ανάγκες του κράτους, οφείλει να οδηγεί τους νέους στην ανακάλυψη του μυστηρίου της ζωής, στην κατάκτηση της ελευθερίας, στα μονοπάτια της αναζήτησης της αλήθειας, στη μύησή τους στην παράδοση του τόπου τους και στον πολιτισμό και τελικά στη μεταμόρφωσή τους.

Όπως τονίζει ένας πανεπιστημιακός δάσκαλος, όσοι κάνουν τους σχεδιασμούς για την παιδεία δείχνουν πως δεν τους ενδιαφέρει «η κατά κεφαλήν καλλιέργεια, αλλά το κατά κεφαλήν εισόδημα». Συνεχίζουμε να εγκληματούμε σε βάρος των νέων ανθρώπων. Υποτάξαμε την αγάπη στην αναγκαιότητα και γι’ αυτό αποτύχαμε. Στις μέρες μας η παιδεία έχει δώσει τη θέση της σε μια μονοδιάστατη, γι’ αυτό και άρρωστη εκπαίδευση. Για να επιτευχθούν οι στόχοι της, μπαίνουν σε καλούπια από νωρίς όλοι (γονείς, μαθητές, εκπαιδευτικοί). Το δόγμα παιδείας ειδικά στα Λύκεια, δηλαδή την εποχή που η ψυχή του νέου πάει να ανθίσει, είναι «να βγει η ύλη». Όλα θυσιάζονται εκεί. Η πίεση αφόρητη στους εκπαιδευτικούς που ζουν την τραγικότητα της μετατροπής τους, από φορείς γνώσης και ζωής σε απλούς διεκπεραιωτές ύλης, ενώ τα παιδιά μας στην ηλικία που διψούν για ζωή και αλήθεια περιορίζονται στο να μετατραπούν σε ζωντανά λυσάρια μαθηματικών, χημείας, φυσικής,  αρχαίων, κ.λπ.

 Στη σημερινή εκπαίδευση της ισοπέδωσης, φτάσαμε σε τέτοιο σημείο ώστε και η έκθεση ιδεών, το μάθημα δηλαδή που ο μαθητής υποτίθεται ότι ελεύθερα καταθέτει τις ιδέες του, να ταυτίζεται με ένα φροντιστηριακό δίωρο. Ο μαθητής ζει την τραγωδία του να μαθαίνει «τί πιστεύει» και πώς «πρέπει να το εκθέσει», ούτως ώστε να «πετύχει». Ζητούμε δηλαδή από το νέο άνθρωπο να αρνηθεί την προσωπικότητά του, να γίνει κάτι «άλλο» για να κατορθώσει να θεωρηθεί επιτυχημένος. Σε μια κοινωνία πνιγμένη στον ατομικισμό, στις αξίες του εύκολου κέρδους, σε μια κοινωνία που προοδεύει όποιος διακρίνεται όχι για τις γνώσεις του, αλλά για τις γνωριμίες του, σε μια κοινωνία, στην οποία οι αξίες που προτείνονται στη νέα γενιά είναι ο καριερισμός, η βαθμοθηρία και αργότερα το μικροαστικό βόλεμα, τί μπορούμε να περιμένουμε; Εμείς οι μεγαλύτεροι πνιγμένοι στις ανασφάλειές μας θέλουμε γενιές βολικών και βολεμένων, ανθρώπους που δεν είναι έτοιμοι να ρισκάρουν, ούτε να θυσιαστούν για τίποτα. Προτείνουμε στους νέους την κοινωνία του «φαίνεσθαι» και «της έξωθεν καλής μαρτυρίας». Το παν, είναι το προσωπείο. Η εικόνα μας προς τα έξω. Ξεχάσαμε ότι η αξία δε βρίσκεται στο προσωπείο, αλλά στο πρόσωπο. Έτσι οι νέοι άρχισαν να μαζεύουν προσωπεία. Πώς να επιβιώσεις διαφορετικά;  Θέλει δρόμο για να φτάσεις στο πρόσωπο, στην επικοινωνία, στη συνάντηση. Θέλει ψυχή.

Η αγάπη, λέει ο άγιος της Εκκλησίας μας, είναι πιο γλυκιά και από τη ζωή. Προσφέρουμε σήμερα παιδεία αγάπης; Φοβάμαι πως όχι. Τότε πώς θέλουμε παιδεία ζωής; Η παιδεία για να είναι πετυχημένη πρέπει να μιλά στις ψυχές, να τις κάνει να χαίρονται, να ονειρεύονται, να δημιουργούν. Να είναι, όπως προτείνουν οι Τρεις Ιεράρχες, «δρόμος απελευθέρωσης και όχι διαδικασία εξαναγκασμού και ανελευθερίας».

            Κυρίες και Κύριοι,

Τιμώντας τους Τρεις Ιεράρχες δεν κάνουμε αναδρομή στο παρελθόν, εκείνοι έρχονται κοντά μας, στο παρόν, για να νοηματοδοτήσουν το μέλλον μας. Είναι κοντά μας οι Τρεις Ιεράρχες, γιατί η ζωή και η δράση τους παραμένει καθολικά ανθρώπινη και διαχρονικά οικουμενική. Είναι παρόντες, διότι δεν ήταν απόλυτα απόκοσμοι, ούτε ολοκληρωτικά εγκόσμιοι, αλλά γνήσια και καθολικά ανθρώπινοι. Είναι τόσο δυναμική η παρουσία τους, τόσο βαθιά και πλατιά η γνώση τους, τόσο καθολικής αποδοχής οι απόψεις τους, ώστε να φθάνουν στην εποχή μας με ένα πρόσωπο νιότης, φρεσκάδας, και ανανέωσης, που όμοιό του δεν έχει να μας δείξει η ανθρωπότητα.

Βασίλειος, Γρηγόριος, Ιωάννης, τρεις άνθρωποι Άγιοι, Πυξίδες, Φάροι ολόφωτοι που έζησαν το Φως, έγιναν Φως και μας οδηγούν με ασφάλεια στο Φως. Αυτούς ας έχουμε πρότυπα αγωγής και παιδείας στη ζωή μας.

Χρόνια σας πολλά και ευχαριστώ για την προσοχή σας.

Κως, 30-1-2014

 

ΠΗΓΕΣ

  1. ΄Εφης Γαζή, «Ο δεύτερος βίος των Τριών Ιεραρχών», εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ 2004.
  2. Ανδρέα Αργυρόπουλου, «Το επαναστατικό μήνυμα των Τριών Ιεραρχών και η εποχή μας», εκδόσεις ΕΞΟΔΟΣ  2009.
  3. Στυλιανού Παπαδόπουλου, «Πατρολογία», τόμος Β΄, Αθήνα 1990.