Ετικέτες
Αποστολική Σύνοδος, Κωνσταντινούπολη, Ουκρανία, Οικουμενικό Πατριαρχείο, Πατριαρχείο Μόσχας, απόστολος Πέτρος, απόστολος Παύλος, απόστολοι, αλήθεια του ευαγγελίου, οικουμενικότητα
Το κείμενο που ακολουθεί για να γίνει κατανοητό προϋποθέτει την ανάγνωση του παλαιοτέρου κειμένου μας με τίτλο «Η οικουμενικότητα του κηρύγματος του αποστόλου Παύλου». Το σημερινό κείμενο που ουσιαστικά αποτελεί την, μετά από τρία και μισό χρόνια, συνέχειά του γεννήθηκε από σχόλια και συζητήσεις που διαβάσαμε τις τελευταίες ημέρες με αφορμή το Ουκρανικό ζήτημα και άλλα συναφή που, αμέσως ή εμμέσως, συνδέονται με αυτό.

Η Α᾿ Οικουμενική Σύνοδος που συνεκλήθη το 325 μ.Χ. στη Νίκαια
Ξεκινώντας, λοιπόν, από την βαθιά πεποίθηση και την ακλόνητη βεβαιότητα για την οικουμενικότητα τού κηρύγματος τού Χριστού ο απόστολος Παύλος, παρά την συγκεκριμένη εθνική καταγωγή του, για την οποία ήταν άκρως υπερήφανος, παρά την επί σειρά ετών εκπαίδευσή του στον Νόμο και παρά την πεποίθησή του ότι ο Νόμος αποτελούσε τη σωτηρία των Ιουδαίων στις ιεραποστολικές του εξορμήσεις και στο κήρυγμά του περιέλαβε όλους τους λαούς της αχανούς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και έθεσε τον εαυτό του, χωρίς δισταγμό στην υπηρεσία Ελλήνων και Ιουδαίων, εθνικών και περιούσιου λαού στοχεύοντας σε μία οικουμενικότητα, η οποία δεν άφησε κανέναν εκτός και γι’ αυτό μεταμόρφωσε τον κόσμο.
Απλοποιώντας τα πράγματα θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο απ. Παύλος από πιστός «εθνικιστής» Ιουδαίος (ως όφειλε και ως εθεωρείτο ορθό στους ιουδαϊκούς κύκλους) με την κλήση του από τον Χριστό μετεστράφη και σε αυτόν τον τομέα —πώς θα ήταν δυνατό να μην συμβεί κάτι τέτοιο άλλωστε— και απετέλεσε τον ιδανικό και ανυποχώρητο κήρυκα της οικουμενικότητας του ευαγγελικού λόγου.
Σήμερα, δύο χιλιάδες χρόνια μετά, η οικουμενικότητα αυτή, την οποία κήρυξε και για την οποία εργάστηκε εντατικά για τριάντα πέντε περίπου χρόνια ο απ. Παύλος, όπως και οι άλλοι απόστολοι, οργώνοντας με κάθε μέσον και κάθε κόστος, απ᾿ άκρου εις άκρον, την Οικουμένη και θεμελιώνοντας μία πραγματικά Οικουμενική Εκκλησία, παραμένει ζητούμενο.
Το ερώτημα που μας απασχολεί σε αυτή την ανάρτηση είναι εάν η οικουμενικότητα του Ευαγγελίου έχει πάρει τη θέση που απαιτείται στη συνείδηση των κατά τόπους Εκκλησιών ή εάν, ακόμη και σήμερα, παραμένει ζητούμενο και πάγιο αίτημα κάθε πιστού που αντιλαμβάνεται τη μοναδικότητα της θέσεώς του μέσα στο σώμα της Εκκλησίας και τη δυνατότητα της Οικουμενικής Εκκλησίας να μεταμορφώσει τον κόσμο.
Δυστυχώς, παρακολουθώντας κείμενα και δηλώσεις ποιμένων και στελεχών των κατά τόπους Εκκλησιών, με έκπληξη και λύπη διαπιστώνουμε ότι σε μεγάλο βαθμό, προφανώς μεγαλύτερο από όσο έπραττε ο απ. Παύλος και οι άλλοι απόστολοι, σκέφτονται και λειτουργούν περισσότερο εθνικά, όντες φορείς ενός ιδιότυπου καταστροφικού επαρχιωτισμού, που θέτει τα όρια του ενδιαφέροντος και του κόσμου τους «όσο φτάνει η αυλή τους», με μία τάση έντονης εσωστρέφειας ώστε να προστατεύσουν και να περιχαρακώσουν, όσα εγωιστικά και μικρονοϊκά θεωρούν κεκτημένα και δεδομένα.
Κι όσο διαβάζει κανείς σκέψεις, δηλώσεις, σχόλια, παρατηρήσεις και προτάσεις τους τόσο σαφέστερα διαπιστώνει ότι δεν θέλουν να διαφυλάξουν την οικουμενικότητα που παρέλαβαν από τον Απόστολο των Εθνών. Δεν μπορούν να βαστάξουν το βάρος της και δεν επιθυμούν να υποστούν όσα ο απ. Παύλος υπέστη από τους συμπατριώτες του στο όνομα της αταλάντευτης πορείας του προς τη διδασκαλία, από όπου κι αν πέρασε, αυτού του αστείρευτου ευαγγελικού οικουμενικού πνεύματος.
Διαπιστώνει ότι δεν έχουν το σθένος του απ. Παύλου, ο οποίος, όπως διαβάζουμε στο Γαλάτας 2:11-14, δεν δίστασε να ελέγξει ενώπιον όλων τον απ. Πέτρο όταν αντελήφθη ότι παραγκώνιζε την αλήθεια του ευαγγελίου και μαζί με αυτή την οικουμενικότητα του κηρύγματος του Κυρίου.

Η εικόνα των δύο αποστόλων Πέτρου και Παύλου εκφράζει άριστα την ενότητα και το οικουμενικό πνεύμα της Εκκλησίας
Διαπιστώνει ότι δεν έχουν την ταπείνωση και το μεγαλείο του απ. Πέτρου, ο οποίος, μόλις διαπίστωσε ότι έσφαλλε στην περίπτωση που αναφέρεται στο Γαλάτας 2:11-14, υιοθετώντας, κακώς, τις νομικές δεσμεύσεις που ήδη είχε παραμερίσει η Αποστολική Σύνοδος, μη θέτοντας στους ώμους τους Χριστιανών περιττά βάρη, άλλαξε στάση, συντάχθηκε με τον απ. Παύλο, ως εμμέσως συμπεραίνουμε από την ίδια την Καινή Διαθήκη και την παράδοση της Εκκλησίας, διασώζοντας την ενότητα της Εκκλησίας.
Με τη στάση των δύο κορυφαίων απόστολων αντιλαμβανόμαστε ότι βάση και κριτήριο της ενότητας της Εκκλησίας αποδεικνύεται η οικουμενική συνείδησή της, η οποία αποτελεί μία ιδιαιτέρως σημαντική παράμετρο της ευαγγελικής αλήθειας.
Και στο σημείο αυτό, για να είμαστε τίμιοι με τον εαυτό μας, οφείλουμε να θέσουμε το ερώτημα: από όσες δηλώσεις, προτάσεις, απειλές και σκέψεις διαβάσαμε αυτές τις ημέρες (και όχι μόνο) από όλους τους, αμέσως ή εμμέσως, εμπλεκομένους στο ουκρανικό ζήτημα ποιες στρέφονται προς την κατεύθυνση της αποδοχής και της ενισχύσεως τού αναμφιβόλως οικουμενικού χαρακτήρα της Εκκλησίας και ποιες κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση;
Στην πραγματικότητα το ερώτημα είναι ρητορικό και δεν θα έπρεπε καν να τεθεί. Εύκολα μπορεί να το απαντήσει κάποιος που έχει περιηγηθεί στο διαδίκτυο και έχει διαβάσει λίγα από αυτά που έχουν δημοσιευθεί στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο.

Χάρτης της Βυζαντινής Κωνσταντινουπόλεως (By Byzantine Constantinople-en.svg: Cplakidasderivative work: Furfurtranslation to el and small changes Gts-tg – This file was derived from: Byzantine Constantinople-de.svg:, CC BY 3.0, https://commons.wikimedia.org/w/index.php?curid=48527269)
Αυτά χωρίζονται σε δύο ομάδες: όσα στρέφονται κατά του Οικουμενικού Πατριαρχείου και κατά της Οικουμενικότητας τής Εκκλησίας και σε όσα συντάσσονται με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο και στην εποχή μας, στη δύσκολη εποχή της παγκοσμιοποιήσεως, κομίζει και διαφυλάσσει την έννοια της Οικουμενικότητας, η οποία είναι σύμφυτη με τη διδασκαλία της Εκκλησίας και το κήρυγμα του Χριστού.
Δεν είναι τυχαίο νομίζω ότι ο τίτλος Οικουμενικός εδόθη από πολύ νωρίς στον Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης, όχι γιατί έχει υπό την πνευματική του ευθύνη ολόκληρη την υπό τον ήλιον γη, καθώς από τους πρώτους αιώνες καθιερώθηκε ο θεσμός της Πενταρχίας των Πατριαρχών (Ρώμης, Νέας Ρώμης/Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων), οι οποίοι είχαν και έχουν υπό την πνευματική τους ευθύνη τμήματα του τότε γνωστού κόσμου, αλλά διότι με την έντονη ιεραποστολική δράση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και την ευρύτητα πνεύματος που το διακατείχε κατόρθωσε να γνωρίσει την Εκκλησία στα πέρατα της Οικουμένης και να κάνει Χριστιανούς τους πρώην εχθρούς και διώκτες χωρίς να τους κρίνει βάσει της εθνικής καταγωγής τους.
Αυτό το οικουμενικό ιεραποστολικό πνεύμα, φορείς του οποίου ήταν οι απόστολοι, διασώζεται στην Εκκλησία, στο σύνολό της, και εκφράζεται, με όποιες ανθρώπινες αδυναμίες κι αν υπάρχουν, από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και σήμερα και θα συνεχίσει να εκφράζεται και στο μέλλον.
Δεν είναι τυχαίο ότι το ίδιο το συνοδικό σύστημα της Εκκλησίας παρεχώρησε στον Επίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως και Οικουμενικό Πατριάρχη το μοναδικό σε ολόκληρη την Ορθοδοξία δικαίωμα να εκχωρεί το Αυτοκέφαλο και, βέβαια, την υποχρέωση του «εκκλήτου», δηλαδή να δέχεται και να κρίνει προσφυγές που απευθύνονται προς αυτόν. Κι αυτά έγιναν όχι γιατί οι Οικουμενικοί Πατριάρχες ήταν ικανότεροι ή πιο μορφωμένοι από τους άλλους Πατριάρχες ή γνώριζαν καλύτερα τους κανόνες. Η Εκκλησία που τους ανέθεσε αυτή την υποχρέωση είχε συνείδηση ότι ήταν φορείς του οικουμενικού της πνεύματος που θεμελιώθηκε από τον Κύριο και τους αποστόλους.
Σε αυτό το οικουμενικό πνεύμα προσβλέπει ο κόσμος μας για να προστατευθεί από τους κάθε λογής διασπαστικούς εθνικισμούς και να αντιμετωπίσει την παγκοσμιοποίηση που μεταβάλλει την καθημερινότητά μας προς το χειρότερο. Και, μάλιστα, κι εδώ εντοπίζεται μία από τις πλέον τραγικές παραμέτρους του ζητήματος, όταν το Οικουμενικό Πατριαρχείο για να διαφυλάξει την οικουμενικότητα και την κανονικότητα και να προστατεύσει έναν λαό από έξωθεν παρεμβάσεις αναγκάζεται να παραχωρήσει Αυτοκέφαλο κόβοντας ένα μέρος από το ίδιο του το σώμα.
Με αυτόν τον τρόπο Οικουμενικότητα και Ενότητα συμπορεύονται και οδηγούν την Εκκλησία στο μέλλον.
Σχολιάζω τούτο το άρθρο του αγαπητού αδερφού Θανάση και συνάμα παίρνω αφορμή από τις σκέψεις του να διατυπώσω τις δικές μου σκέψεις. Ίσως είναι αδόκιμο να προκαταλάβω τον αναγνώστη με δικό μου άρθρο που σχολιάζει ένα άλλο άρθρο που αναδημοσιεύω, όμως όσοι γνωρίζουν τον διαρκή διάλογο στον οποίο βρισκόμαστε στην Κω ο Θανάσης και η αφεντιά μου, την συνεχή αλληλοκάλυψη και συνάμα αλληλοπεριχώρηση γνώσεων και προβληματισμών, τότε ίσως με συγχωρήσει. (Ο Θανάσης είμαι βέβαιος ότι πετά τη σκούφια του για τέτοιες κουβέντες).
Λοιπόν:
Χρειαζόμαστε όλοι οι Ορθόδοξοι περισσότερη διάθεση αυτοκριτικής και περισσότερη μεταρρυθμιστική διάθεση, επόμενοι τοις αγίοις Πατράσι.
Γίνομαι συγκεκριμένος. Όλες οι μη «οικουμενικές» τοπικές Εκκλησίες είναι αυτές που απεκόπησαν ομαλά ή μη, από την Κωνσταντινούπολη, στο διάβα του χρόνου, δηλαδή όλες οι Εκκλησίες που είναι κατ’ ουσίαν εθνοφυλετικές, χωρίς να αισθάνονται το δίπολο της τοπικότητας/καθολικότητας, αλλά τουναντίον αισθάνονται εθνικότητα.
[Τα 3 Πρεσβυγενή Πατριαρχεία βιώνουν το δικό τους εμπερίστατο… Τα Ιεροσόλυμα επιεικώς αγωνίζονται να αποκτήσουν λόγο ύπαρξης -κατ΄ουσίαν ζουν μέσα στην απόλυτη παρακμή- , η Αντιόχεια/Δαμασκός ζει τρομερούς διωγμούς και συνάμα είναι στη σφαίρα της προστάτιδος Ρωσίας, ενώ η Αλεξάνδρεια έχει προοπτικές, χάρη στη δύναμη της αφρικανικής ιεραποστολής και όχι στην διαφήμιση της ελληνικότητας στην οποία προβαίνει συνεχώς ο εκεί προκαθήμενος].
Όλη την Οικουμενικότητα της Ορθοδοξίας, έχω την προσωπική αίσθηση/βεβαιότητα, ότι την ζούμε ανάμεσα σε Ορθόδοξους αδελφούς που ζουν σε τόπους ΜΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ Ορθόδοξους. Προσωπικά, ένιωσα το κάτι παραπάνω στις Ορθόδοξες κοινότητες του Βελγίου, όταν βρέθηκα εκεί για σπουδές. Ειδικά στις ενορίες της Αρχιεπισκοπής Ρωσικών Ορθοδόξων Εκκλησιών του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη Δυτική Ευρώπη, που ουσιαστικά είναι η μη εθνική παρουσία της Ορθοδοξίας σε ρωμαιοκαθολικά και προτεσταντικά περιβάλλοντα. Θα έλεγα ότι πλέον, η Αρχιεπισκοπή Ρωσικών Παροικιών του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη Δυτική Ευρώπη ειναι η μόνη πραγματικά γηγενής Ορθοδοξία στην Ευρωπαϊκή Δύση.
Αντίθετα στην Ελλάδα (μάλλον και στη Ρωσία, τη Βουλγαρία, τη Σερβία και αλλού), αισθάνομαι έντονα την πολιτιστική ορθοδοξία. Ένα μείγμα από ήθη έθιμα, γλυκιά αλλά και δηλητηριώδη ιστορία, πολιτική παρέμβαση, εξουσιαστικό πρωτόκολλο, δημοσιοϋπαλληλία και αποφυγή δια ροπάλου κάθε θεολογικού προβληματισμού αυτοσυνειδησίας που έχει σχέση με την έξοδο από τον συλλογικά βολεμένο ορθοδοξούλη εαυτούλη μας… Καλά όλα αυτά, αλλά χωρίς ζουμί και ενθουσιασμό… Χωρίς αίσθηση αποστολής.
Εκεί, στη Δύση, όπου συνυπάρχεις μόνο με ετερόδοξους ή αλλόδοξους, εφόσον είσαι μέλος της Εκκλησίας οφείλεις να μαρτυρείς περί της Ορθοδοξίας με αγάπη και γνώση του κάθε άλλου.
Εκεί «δίνεις εξετάσεις» διαρκώς, σε μια ελεύθερη θρησκευτική αγορά… Και είσαι υποχρεωμένος να είσαι «γυμνός». Χωρίς μάθημα Θρησκευτικών (αυτό το αμφίβολης αποτελεσματικότητας «επάγγελμά» μας), χωρίς μισθοδοσία του κλήρου, χωρίς συνταγματική προστασία περί κρατούσης θρησκείας… Χωρίς παπαδικά ράσα, χωρίς αυτονόητες λιτανείες, χωρίς αυτονόητες αργίες… Εκεί που η Ορθόδοξη Μητρόπολη αναγνωρίζεται νομικά όχι ως ΝΠΔΔ, αλλά ως μια εταιρεία/επιχείρηση που δίνει λόγο διαρκώς στο τοπικό υπουργείο οικονομικών και εσωτερικών. Εκεί που κάθε «εργαζόμενος» σε αυτή την «εταιρεία», πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι η υποχρεωτική εντιμότητα, η υποχρεωτική εργατικότητα, είναι προϋποθέσεις αναγκαίες εκ του νόμου της πολιτείας όπου βρίσκεται και συνάμα αρωγοί στην εκκλησιαστική του αποστολή!
Όταν έγραφα τη διπλωματική μου στις μεταπτυχιακές σπουδές, («Η θεολογική σκέψη των Ρώσων της Διασποράς στη Γαλλία και στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής κατά τον 20ό αιώνα», Πάτρα, ΕΑΠ, 2014) διαπίστωνα σε όλες τις προσωπικότητες των οποίων τη σκέψη εξέταζα, μα κυρίως στον πιο «φανατικό» ορθόδοξο, τον Βλαδίμηρο Λόσσκυ, διαπίστωνα την τεράστια γνώση της ετερόδοξης χριστιανοσύνης σε ιστορικό, δογματικό, πολιτιστικό, φιλοσοφικό επίπεδο. Και με τέτοια θωράκιση, οι θεολόγοι αυτοί προχωρούσαν σε διάλογο με τους ετεροδόξους, βλέποντάς τους ως αδερφούς εν Χριστώ. Σήμερα, στην Ελλάδα, όποιος προβάλλει ανάλογα ιδανικά ως πρόταση, θα χαρακτηριστεί πάραυτα από ένα κονκλάβιο 15 φανατικών επισκόπων, πολλαπλάσιων πρεσβυτέρων, υπερπολλαπλάσιων χριστιανών αλλά και ένα διόλου ευκαταφρόνητο πακέτο Εκκλησιαστικών Μέσων Ενημέρωσης ή Κοινωνικής Δικτύωσης ως παναιρετικός οικουμενιστής, προτεστάντης και άλλα παρόμοια.
Το πρόβλημα που ανέκυψε με την αναγνώριση της Αυτοκεφαλίας της Ουκρανίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν είναι απλό.
Ούτε και νομίζω είναι δόκιμο, όλοι εμείς που αγαπάμε την θεολογία και την εκκλησιολογία να καταγγείλουμε μόνο τον αιρετικό εθνοφυλετισμό του ρωσικού ιμπεριαλισμού και να καθαρίσουμε. Αισθάνομαι ότι κάτω από το χαλί μας, υπήρχε μια παλιά ακαθαρσία που τόλμησε ο Οικουμενικός Πατριάρχης και την ανάδευσε, χωρίς να την καθαρίσει, με αποτέλεσμα να βρωμάει ο τόπος πλέον.
Ας αλλάξω όμως εικόνα και παράδειγμα για να μην γίνομαι σιχαμερός.
Στα καθ’ ημάς, δεν έχουμε διάθεση να προβούμε σε ουσιαστικές αλλαγές… Δεν θέλουμε να σπάσουμε αυγά. Δεν μας ενδιαφέρει να αλλάξουμε, με συνειδητοποίηση της χρείας της αλλαγής… Αναφερόμαστε ιστορικά στην Κωνσταντινούπολη και την Οικουμενικότητα του Θρόνου της. Ωραία… Οι Ρώσοι είναι εθνοφυλετικοί και ιμπεριαλιστές… Το ίδιο πράγμα δεν είναι και οι Ελλαδικοί σε κάθε ευκαιρία; Θυμόμαστε τις περιπέτειες των Νέων Χωρών επί Χριστόδουλου, αλλά και την εκλογή του Μητροπολίτη Ιωαννίνων προ ολίγων ετών επί Ιερωνύμου; Ξεχνούμε τη συμπεριφορά του ελλαδίτη προκαθημένου προς των Πρώτο της Ορθοδοξίας, λίγες βδομάδες πριν, όταν προσήλθε ο Πατριάρχης στην Αττική, και ο Ιερώνυμος δεν παρέστη καν να τον συναντήσει, ματαιώνοντας ακόμη και το τυπικό ραντεβού τους εντός της Ελλαδικής Αρχιεπισκοπής;
Κι από την άλλη, πόσο περισσότερο Οικουμενική είναι η ρωμαίικη Κωνσταντινούπολη; Πόσο εκκλησιολογική είναι η πατρότητα του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως; Πόσες πιθανότητες έχει ένας μη Ρωμιός επίσκοπος να εκλεγεί Πατριάρχης; Πόσες πιθανότητες έχει να εκφραστεί η οικουμενικότητα χωρίς το κύρος του παρελθόντος της αγαπημένης μας Κωνσταντινούπολης, αλλά με την εσχατολογική προοπτική του παρόντος και του μέλλοντος της Εκκλησίας μας; Πόσο πιθανό είναι να εκφραστεί η χριστιανική μας διοίκηση συνολικά με την αίσθηση αποστολής του παρόντος και του μέλλοντος;
Να θυμηθούμε την τραγωδία της διαδοχής του Αμερικής Ιακώβου από τον Σπυρίδωνα; Να θυμηθούμε τον βιασμό της Αρχιεπισκοπής Ρωσικών Παροικιών Δυτικής Ευρώπης από τον εκλεκτό του Φαναρίου Ιώβ, ο οποίος μέσα σε δυο χρόνια κόντεψε να διαλύσει όσα έφτιαξαν οι άνθρωποι εκεί σε έναν αιώνα; Όταν αυτός ο Τελμησσού Ιώβ οδηγούσε το καμάρι της Ορθόδοξης Γαλλίας, το Θεολογικό Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου σε κλείσιμο, τις ενορίες της νότιας Γαλλίας σε μαρασμό με καθαιρέσεις ιερέων που δεν τον δέχονταν ως πρίγκηπα αλλά ως επίσκοπο, τις ψευδομαρτυρίες και τις ενορχηστρωμένες εκκλησιαστικές δίκες (σαν να πρόκειται για τις δίκες της Μόσχας) με κατηγορούμενους αθώους ιερείς που εργάζονταν με ιεραποστολική ευθύνη, χωρίς εθνοφυλετισμούς και διαθέσεις οσφυοκαμψίας προς πρίγκηπες; (τα παραπάνω είναι αληθινά, διότι ο Ιώβ μετετέθη σε άλλο πόστο και ο Αρχιεπίσκοπος Χαριουπόλεως ως διάδοχος, ο Jean Renneteau, επανέφερε την τάξη, ως είχε προ Ιώβ). Αξέχαστες εμπειρίες, και κακές αναμνήσεις…
Οι ετερόδοξοι Ρωμαιοκαθολικοί, στους τρεις τελευταίους προκαθημένους τους, επέλεξαν έναν Πολωνό, έναν Γερμανό και έναν Αργεντινό Πάπα. Το συνειδητοποιούμε αυτό;
Εμείς αντίθετα, αφήνουμε μια δημοσιογραφική νομενκλατούρα της πλάκας, να παίζει κυριολεκτικά με το Άγιο Πνεύμα, υβρίζοντάς το… Πόσες και πόσες φορές δεν ακούσαμε και δεν διαβάσαμε τελευταία ότι ο διάδοχος του Αμερικής θα είναι ο Εμμανουήλ Αδαμάκης (Γαλλίας) και του Κωνσταντινουπόλεως ο Ελπιδοφόρος Λαμπρυνιάδης (Προύσσης); Δεν είναι εμπαιγμός του Αγίου Πνεύματος αυτά τα πράγματα;
Τι προτείνω; Μα κατάργηση όλων των αυτοκεφαλιών και όλων των εθνικών Εκκλησιών. Χρειαζόμαστε εκκλησιολογία. Να ορίσουμε την Εκκλησία μας όχι ως παγκόσμιο ουνιβερσαλιστικό οργανισμό, αλλά ως ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ. Όπου η Ευχαριστία, εκεί και η Εκκλησία, εκεί και ο επίσκοπος. Κι από εδώ θα μας προκύψει εκ νέου η συνοδικότητα.
Χρειαζόμαστε Επισκόπους και Μητροπολίτες για κάθε περιοχή και όχι εκκλησιαστικά καπετανάτα με υψωμένα εθνικά φλάμπουρα… Εκπροσώπους δηλαδή, που θα εκλέγουν τον Πρώτο, στον πρωτόθρονο και πρωτεύθυνο θρόνο. Χρειαζόμαστε Πρωτείο τιμής και ευθύνης. Και χρειαζόμαστε μια ουσιαστική μεταρρυθμιστική σύνοδο, όπου θα αναγκαστούν όλοι να κάτσουν στο τραπέζι και να βγάλουν συμπεράσματα… Χρειαζόμαστε την ειλικρίνεια και την ευθύνη που επέδειξαν οι Ρωμαιοκαθολικοί στη δική τους Β΄ Βατικανή σύνοδο.
Χρειαζόμαστε την ελευθερία που αποπνέει ο πατήρ Αλέξανδρος Σμέμαν σε κάθε του λόγο, σε κάθε του Λειτουργία, σε κάθε του σχέση, σε κάθε του επαφή… Προτείνω, την διαρκή ανάγνωση του άρθρου του «Μια θύελλα με πολύ νόημα» στο Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗς ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΟΣΜΟ… Είναι η έκφραση της πραγματικής χριστιανικής ελευθερίας.