Ετικέτες

, , , ,

Ένα από τα πρώτα -ίσως το πρώτο- κείμενα της Καινής Διαθήκης είναι η επιστολή Ιακώβου. Η παράδοση της Εκκλησίας, αλλά και η πλειοψηφία των συγχρόνων ερευνητών την αποδίδουν στον άγιο Ιάκωβο τον Αδελφόθεο, ο οποίος ήταν γιος του Ιωσήφ του Μνήστορος από τον ολοκληρωμένο γάμο του πριν αναλάβει την προστασία της Θεοτόκου.

Ο χρόνος συγγραφής της επιστολής πρέπει να τοποθετηθεί ανάμεσα στο 40 με 50 μ.Χ.. Από τη δομή του κειμένου και κάποιες εκφράσεις φαίνεται ότι πρόκειται για κείμενο που αρχικά εκφωνήθηκε ως ομιλία και αργότερα πήρε τη μορφή με την οποία το γνωρίζουμε σήμερα.

Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει μία αναφορά του αγ. Ιακώβου, ο οποίος ως πρώτος επίσκοπος της Ιερουσαλήμ, ασχολείται μεταξύ άλλων και με ποιμαντικά ζητήματα, στην έννοια της θρησκείας.

Στους στίχους 26 και 27 του πρώτου κεφαλαίου της Επιστολής του προσδιορίζοντας την έννοια του «θρήσκου» και της «θρησκείας» κάνει τις εξής τρεις παρατηρήσεις:

1) Εἴ τις δοκεῖ θρῆσκος εἶναι ἐν ὑμῖν μὴ χαλιναγωγῶν γλῶσσαν αὐτοῦ, ἀλλ’ ἀπατῶν καρδίαν αὐτοῦ, τούτου μάταιος ἡ θρησκεία.

2) θρησκεία καθαρὰ καὶ ἀμίαντος παρὰ τῷ Θεῷ καὶ πατρὶ αὕτη ἐστίν, ἐπισκέπτεσθαι ὀρφανοὺς καὶ χήρας ἐν τῇ θλίψει αὐτῶν,

3) ἄσπιλον ἑαυτὸν τηρεῖν ἀπὸ τοῦ κόσμου.

Αν προσπαθήσουμε να κωδικοποιήσουμε αυτές τις επισημάνσεις του αγ. Ιακώβου θα καταλήξουμε, με κάθε συντομία, στα παρακάτω συμπεράσματα:

Η έννοια του θρήσκου δεν σχετίζεται ούτε με θεωρητικά «πιστεύω» ούτε με τήρηση συγκεκριμένων κανόνων-εντολών του τύπου κάνεις αυτό και έχεις αυτό το αποτέλεσμα. Η πρώτη προϋπόθεση που θέτει ο άγ. Ιάκωβος είναι να μπορεί ο πιστός να ελέγχει τη γλώσσα του, κατά τέτοιον τρόπο ώστε τα λεγόμενά του να μην εμποδίζουν τη σχέση του με τον πλησίον. Με αυτή την παρατήρηση δηλώνει ότι ο εγωισμός δεν πρέπει να μπαίνει εμπόδιο στην πνευματική μας ζωή, αλλά ότι αντίθετα πρέπει να παραμερίζεται και να δίνει τη θέση του στο σεβασμό και στην αγάπη.

Η δεύτερη προϋπόθεση έχει να κάνει με την έκφραση της έμπρακτης αγάπης προς τον πλησίον: «ἐπισκέπτεσθαι ὀρφανοὺς καὶ χήρας ἐν τῇ θλίψει αὐτῶν». Στην πρώτη Εκκλησία οι χήρες και τα ορφανά ήταν οι πλέον ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες. Για το λόγο αυτό η μέριμνα προς αυτούς ήταν καίρια και αποτελούσε την αιχμή της φιλανθρωπικής δραστηριότητας των χριστιανών. Για να αντιληφθούμε τη σπουδαιότητα αυτής της επιλογής αρκεί να σκεφτούμε αφ᾿ ενός ότι δεν υπήρχε οργανωμένη και σταθερή κρατική πρόνοια και αφ᾿ ετέρου ότι οι εθνικοί περιφρονούσαν την άσκηση φιλανθρωπικού έργου. Το δεύτερο στοιχείο λοιπόν, το οποίο τονίζει ο Αδελφόθεος Ιάκωβος είναι η έμπρακτη έκφραση της αγάπης. Η ρήση του αγίου Ιακώβου μας θυμίζει το λόγο του Κυρίου: «ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε». Τα πράγματα είναι απλά και ξεκάθαρα: δεν υπάρχει άλλος δρόμος για τη σωτηρία, παρά μόνο η άσκηση της αγάπης.

Η τρίτη συμβουλή προς κάποιον που θέλει να βαδίζει το δρόμο της πίστεως ορθά, είναι να διατηρεί τον εαυτό του άσπιλο από τον κόσμο. Ο κόσμος, από την πτώση και έπειτα, δεν μας βοηθά να διατηρήσουμε ζωντανή τη σχέση μας με τον Χριστό. Αντιθέτως, οι εξαρτήσεις από τον κόσμο λειτουργούν αρνητικά για όποιον θέλει να αγωνιστεί πνευματικά. Για το λόγο αυτό υποχρέωσή μας είναι να προσπαθούμε να μην επηρεαζόμαστε από την αμαρτία και τη διαφθορά που μας περιβάλλει, αλλά να πορευόμαστε σαν να μην μας αγγίζει η φθορά. Ο αγώνας μας να διατηρήσουμε όσα λάβαμε με το άγιο Βάπτισμα πρέπει να κυριαρχεί και να ξεπερνά κάθε άλλη προσπάθεια της ζωής μας.

Από τα παραπάνω φαίνεται ότι το ενδιαφέρον του αγίου επικεντρώνεται στη σχέση του πιστού με τον έτερο, με τον πλησίον, και όχι στην τήρηση κάποιων κανόνων. Αν και σε μία γενική αναφορά στο τι είναι ο χριστιανισμός κάποιος θα περίμενε μία προτροπή να έχουμε πίστη, να τηρούμε κάποιες εντολές, να πηγαίνουμε στην Εκκλησία και άλλα παρόμοια, ο άγ. Ιάκωβος, στρέφει την προσοχή του αλλού: στη σχέση μας με τον άλλο, χωρίς μάλιστα, να κάνει την παραμικρή διάκριση απέναντι σε ποιους πρέπει ή δεν πρέπει να απευθύνεται η αγάπη και ο σεβασμός μας.

Οι επισημάνσεις του αγίου συσχετίζουν την πνευματική πορεία του πιστού και τη σχέση του με το Θεό με τη δυνατότητά του να αγαπά και να φροντίζει τον αδελφό του. Αυτό αποτελεί βασικό άξονα λειτουργία της πίστεώς μας. Η σχέση αυτή δεν μπορεί να είναι ανταποδοτική αλλά πάντα πρέπει να εδράζεται στην έκφραση αγάπης χωρίς προϋποθέσεις και όρους.

Αν δεν βλάπτεις τον πλησίον σου, αν τον φροντίζεις και αν προσέχεις να μην αλλοιωθεί η σχέση σου με το Θεό από την αμαρτία που σε περιβάλλει, τότε βρίσκεσαι σε καλό δρόμο. Συνέχισε να τον ακολουθείς μέχρι τέλους.